Τσεχοσλοβακία Československo | ||||||
| ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
| ||||||
Σύνθημα "Pravda vítězí" | ||||||
Ύμνος "Kde domov můj" και "Nad Tatrou sa blýska" | ||||||
Πρωτεύουσα | Πράγα | |||||
Γλώσσες | Τσεχικά και Σλοβακικά | |||||
Πολίτευμα | Μεταβλητό | |||||
Ιστορική εποχή | 20ός αιώνας | |||||
- | Ανεξαρτησία | 28 Οκτωβρίου 1918 | ||||
- | Γερμανική κατοχή | 1939 | ||||
- | Απελευθέρωση | 9 Μαΐου 1945 | ||||
- | Πραξικόπημα | 25 Φεβρουαρίου 1948 | ||||
- | Βελούδινη επανάσταση | Νοέμβριος–Δεκέμβριος 1989 | ||||
- | Διάλυση | 31 Δεκεμβρίου 1992 | ||||
Νόμισμα | Τσεχοσλοβακική κορόνα |
Η Τσεχοσλοβακία ήταν κράτος που περιελάμβανε τα σημερινά κράτη της Τσεχίας και της Σλοβακίας. Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συμπεριελάμβανε και ένα μικρό κομμάτι της σημερινής Ουκρανίας. Δημιουργήθηκε επίσημα, από εδάφη της Αυστροουγγαρίας το 1919 και καταλύθηκε από τους Γερμανούς το 1939. Απελευθερώθηκε το 1945 και την 1 Ιανουαρίου του 1993 διασπάστηκε ειρηνικά, με πρωτοβουλία των Σλοβάκων, στη σημερινή Τσεχία και τη Σλοβακία.
Η πρώην πρωτεύουσα Πράγα παρέμεινε πρωτεύουσα της Τσεχίας, ενώ πρωτεύουσα της Σλοβακίας ανακηρύχθηκε η Μπρατισλάβα.
Η Τσεχοσλοβακία, ήταν περίκλειστο κράτος.
Η χώρα είχε γενικά ανώμαλο έδαφος. Η δυτική περιοχή ήταν τμήμα της Βορειοκεντρικών Ευρωπαϊκών υψιπέδων. Η ανατολική περιοχή αποτελείται από τα βόρεια όρια των Καρπαθίων Ορέων και τα εδάφη της λεκάνης του ποταμού Δούναβη.
Χώρος και άνθρωποι
Την περίοδο της Πρώτης Δημοκρατίας(1918 -1939) η Τσεχοσλοβακία αποτελούνταν από τις ιστορικές Βοημικές Χώρες, τη Βοημία, τη Μοραβία και τη Σιλεσία, τη Σλοβακία και τη Ρουθηνία ή πιο σωστά Υποκαρπαθιανή Ρωσία.
Το 1946 η Ρουθηνία παραχωρήθηκε στη ΕΣΣΔ, πιο συγκεκριμένα προσαρτήθηκε στη Ουκρανική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία.
Ο καιρός έχει ήπιους χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια.
Ιδρύθηκε ανεπίσημα στις 28 Οκτωβρίου του 1918, οπότε έγινε η πρώτη ανακήρυξη ανεξαρτησίας στο δημαρχείο της Πράγας και επίσημα τον Σεπτέμβριο του 1919 με τη Συνθήκη του Αγίου Γερμανού, μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τη διάλυση της Αυστρουγγαρίας. Στα χρόνια του μεσοπολέμου η πολιτική ζωή της Τσεχοσλοβακίας διαμορφώθηκε από τον μεγάλο πολιτικό Τόμας Μάζαρυκ, ο οποίος χρίστηκε και πρώτος πρόεδρος της χώρας. Μετά τον θάνατό του το 1937 τον διαδέχθηκε ο συνιδρυτής του κράτους Έντουαρντ Μπένες, ο οποίος και είδε την εικοσάχρονη ανεξαρτησία της χώρας του να καταλύεται από τη χιτλερική Γερμανία.
Από την αρχή της ίδρυσής της η Τσεχοσλοβακία αποτελούσε ένα κράτος χωρίς συνέχεια ή παράδοση. Βασιζόταν στην ένωση δύο πολύ συγγενικών σλαβικών εθνών, των Τσέχων και των Σλοβάκων. Στο έδαφος όμως αυτής προστέθηκε και η λεγόμενη Υποκαρπαθική Ρουθηνία με τον ουκρανικό πληθυσμό της. Υπήρχε όμως και μια ισχυρή γερμανική μειονότητα στις μεθοριακές περιοχές των τσεχικών εδαφών, οι καλούμενοι Σουδήτες, που πληθυσμιακά ήταν υπέρτεροι των Σλοβάκων. Συγκεκριμένα ο πληθυσμός του νέου κράτους συγκροτούνταν από Τσέχους κατά 51%, Γερμανούς 23%, Σλοβάκους 16%, Ούγγρους 5%, Ρουθηνούς 3,5%, Εβραίους 1,4%, Πολωνούς 0,55% κ.ά.
Αυτό όμως αποτελούσε ένα μέρος της ανομοιογένειας του νέου αυτού κράτους. Τα δυτικά τσεχικά εδάφη, μέρος οροπεδίων της κεντρικής Ευρώπης, που ήταν προσαρτημένα στην πρώην Αυστροουγγαρία, αποτελούσαν μια ιδιαίτερα ανεπτυγμένη βιομηχανική ενότητα, όπου ο τσέχικος και γερμανικός πληθυσμός τους αποτελούσε μια πολιτικά και πολιτιστικά δραστήρια κοινωνία με σύγχρονη δομή. Αντίθετα η Σλοβακία και η Υποκαρπαθική Ρουθηνία στα ανατολικά, παρά την κοιλάδα του Δούναβη, άλλοτε προσαρτημένες στην Ουγγαρία, ήταν κυρίως αγροτικές χώρες με ελάχιστη κοινωνική διαφοροποίηση.
Από την αρχή της ίδρυσης υπήρξαν αμφιβολίες για το αν θα μπορούσε αυτή η νέα χώρα να επιβιώσει. Όλοι οι τότε παρατηρητές τη θεώρησαν ένα τεχνητό κράτος ανάσχεσης και διέβλεπαν το τέλος της. Ωστόσο η πρώτη ηγεσία αυτού είχε τη θέληση να ζήσει.
Η ίδρυση της χώρας αποτελούσε μια έκφραση δυνάμεων των δύο κυρίως λαών που είχαν αγωνιστεί επί γενεές για εθνική ταυτότητα και ελευθερία. Με βάση τα παραπάνω οι δύο κυρίαρχοι λαοί, Τσέχοι και Σλοβάκοι, είχαν και συνεχίζουν να έχουν έως σήμερα καλές σχέσεις μεταξύ τους. Βέβαια τα χρόνια που ήταν ενωμένοι, οι Τσέχοι, έχοντας κυρίως τη βιομηχανία της χώρας, θεωρούσαν ότι συντηρούσαν τους Σλοβάκους και οι Σλοβάκοι από την πλευρά τους έχοντας κυρίως τη γεωργία της χώρας, θεωρούσαν ότι «τάιζαν» τους Τσέχους.
Τα τσέχικα και τα σλοβάκικα είναι συγγενικές γλώσσες και ένας Τσέχος με έναν Σλοβάκο μπορούν να συζητήσουν μιλώντας ο καθένας τη γλώσσα του.
Η Τσεχοσλοβακία συγκροτήθηκε με βάση τα δυτικοευρωπαϊκά και το αμερικανικό πρότυπο σε Προεδρική Δημοκρατία με εθνοσυνέλευση που είχε δύο Βουλές, τη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η Κυβέρνηση, που διοριζόταν από τον Πρόεδρο, ήταν συνασπισμός εκπροσώπων πολιτικών κομμάτων που βασιζόταν στα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών. Υπήρχαν περίπου 30 κόμματα που άλλα προάσπιζαν συμφέροντα συγκεκριμένων ομάδων, άλλα με εθνικιστικό προσανατολισμό και άλλα, τα περισσότερα, που υποστήριζαν την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Από την ύπαρξη και συνεργασία αυτών δημιουργούνταν τρία πολιτικά ρεύματα, το σοσιαλιστικό, το αγροτικό και το καθολικό.
Αυτός όμως ο πολιτικός πυρήνας ήλθε να αντιμετωπίσει δύο άλλα ανταγωνιστικά ρεύματα που ήταν αφενός το εθνικιστικό, που διαφοροποιούνταν ανάλογα των πληθυσμών (τσεχικό, γερμανικό, σλοβακικό κ.λπ.) και αφετέρου το κομμουνιστικό.
Αξίζει όμως μια γενικότερη αναφορά επί της δράσης αυτών των πολιτικών ομάδων που είχαν ως κατάληξη, κάτω από ιδιαίτερες συγκυρίες, να βρεθεί τελικά η χώρα αντιμέτωπη με το Γ΄ Ράιχ και να καταλυθεί 20 χρόνια μετά την ίδρυσή της.
Τον Σεπτέμβριο του 1938, ο Αδόλφος Χίτλερ ζήτησε τον έλεγχο της Σουδητίας. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1938, η Βρετανία και η Γαλλία παραχώρησε τον έλεγχο της Σουδητίας μετά τη Συμφωνία του Μονάχου. Όμως Η Γαλλία αγνόησε τη στρατιωτική συμμαχία που είχε με την Τσεχοσλοβακία. Κατά τη διάρκεια του Οκτώβριου 1938, η ναζιστική Γερμανία κατέλαβε και προσάρτησε την περιοχή της τα σύνορα της Σουδητίας.
Στις 15 Μαρτίου 1939, η Γερμανία εισβάλει στο υπόλοιπο μέρος της Τσεχοσλοβακίας και το διαιρεί στο Προτεκτοράτο της Βοημίας και της Μοραβίας και το Σλοβακικό Κράτος, ένα κράτος μαριονέτα.
Μεγάλο μέρος της Σλοβακίας και όλων των Ρουθηνιανών Καρπαθίων προσαρτήθηκαν από την Ουγγαρία. Η Πολωνία προσαρτά το Ζαόλζιε, μια περιοχή στης οποίας στον πληθυσμό υπερτερούσαν οι Πολωνοί, τον Οκτώβριο του 1938. Ο τελικός στόχος του γερμανικού κράτους κάτω από τη ναζιστική ηγεσία ήταν να εξαλειφθεί τσεχική ιθαγένεια μέσω της αφομοίωσης, απέλαση, και την εξόντωση της Τσεχικής διανόησης, της πνευματικής ελίτ και τη μεσαία τάξης. Θεωρήθηκε ότι περίπου το 50% των Τσέχων θα ήταν κατάλληλοι για γερμανοποίηση. Επιζητούσαν, οι τσεχικές πνευματικές ελίτ να αφαιρεθούν όχι μόνο από Τσεχική εδάφη, αλλά από την Ευρώπη. Πίστευαν ότι θα ήταν καλύτερα να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, ακόμα και στη Σιβηρία. Θεωρήθηκαν απειλή για τη γερμανική κατοχή. Ακριβώς όπως οι Εβραίοι, Πολωνοί, Σέρβοι, και πολλά άλλα έθνη, οι Τσέχοι θεωρήθηκαν υποάνθρωποι από το ναζιστικό κράτος.
Η απέλαση των Εβραίων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης διοργανώθηκε υπό τη διεύθυνση του Ράινχαρντ Χάιντριχ και το φρούριο της πόλης Τερεζίν, η οποία αποτελούσε ένα σταθμός για τις εβραϊκές οικογένειες. Στις 4 Ιουνίου του 1942 ο Ράινχαρντ Χάιντριχ πέθανε αφού τραυματίστηκε από μία απόπειρα δολοφονίας. Ο διάδοχος του, ο συνταγματάρχης Κουρτ Νταλουέζ, διέταξε μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις και την καταστροφή των χωριών Λίντιτσε και Λεζάκι. Το 1943 επιταχύνθηκε η γερμανική πολεμική προσπάθεια. Υπό την εποπτεία του Καρλ Χέρμαν Φρανκ, ο Γερμανός υπουργός του κράτους για τη Βοημία και τη Μοραβία αποφάσισε να σταλθούν 350.000 Τσέχοι εργάτες στο Ράιχ. Εντός του προτεκτοράτου, απαγορεύθηκαν όλες οι μη-πολεμικές βιομηχανίες. Το μεγαλύτερο μέρος του Τσεχικού πληθυσμού υπάκουσε ήρεμα μέχρι τους τελευταίους μήνες πριν από τη λήξη του πολέμου, ενώ χιλιάδες συμμετείχαν στο κίνημα αντίστασης.
Για τους Τσέχους του προτεκτοράτου της Βοημίας και της Μοραβίας, η γερμανική κατοχή ήταν μια περίοδος βάναυσης καταπίεσης. Οι τσεχική ζημίες που προκύπτουν από τις πολιτικές διώξεις και τους θανάτους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ανήλθαν μεταξύ 36.000 και 55.000. Ο εβραϊκός πληθυσμός της Βοημίας και της Μοραβίας (118.000 σύμφωνα με την απογραφή του 1930) είχαν σχεδόν εκμηδενιστεί. Πολλοί Εβραίοι μετανάστευσαν μετά το 1939 όμως, πάνω από 70.000 έχασαν τη ζωή τους. 8.000 επιβίωσαν στο Τερεζίν. Αρκετές χιλιάδες Εβραίοι κατάφεραν να ζουν ελεύθερα ή κρύβονται σε όλη την κατοχή.
Παρά τις εκτιμώμενες 136.000 θανάτους στα χέρια του ναζιστικού καθεστώτος, ο πληθυσμός στο Προτεκτοράτο του Ράιχ είδε μια καθαρή αύξηση κατά τη διάρκεια των ετών του πολέμου περίπου κατά 250.000 άτομα, σύμφωνα με αυξημένο ποσοστό γεννήσεων.
Στις 3 Μαΐου 1945, η τρίτη Αμερικανική Μεραρχία στρατού του στρατηγού Πάτον εισήλθε στο Πίλζεν από νοτιοδυτικά. Στις 9 Μαΐου 1945, και τα στρατεύματα του Σοβιετικού Κόκκινου Στρατού εισήλθαν στην Πράγα.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η προπολεμική Τσεχοσλοβακία επανιδρύθηκε, με την εξαίρεση των Ρουθηνιανών Καρπαθίων, τα οποία προσαρτήθηκαν στη Σοβιετική Ένωση και ενσωματώθηκαν στη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας. Τα διατάγματα Μπένες προωθήθηκαν όσον αφορά τους Γερμανούς (βλέπε Διάσκεψη του Πότσδαμ) και Ούγγρων. Σύμφωνα με τα διατάγματα, η ιθαγένεια καταργήθηκε για τους ανθρώπους της γερμανικής και ουγγρικής καταγωγής. Το 1948, η διάταξη αυτή ακυρώθηκε για τους Ούγγρους, αλλά μόνο εν μέρει για τους Γερμανούς. Η κυβέρνηση στη συνέχεια κατάσχεσε την ιδιοκτησία των Γερμανών και εκδιώχθηκαν περίπου το 90% του γερμανικού πληθυσμού, πάνω από 2 εκατομμύρια άνθρωποι. Όσοι παρέμειναν έγιναν κατηγορούνταν για στήριξη στους Ναζί μετά τη Συμφωνία του Μονάχου, καθώς 97,32% των Γερμανών Σουδητών ψήφισαν το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα στις εκλογές του Δεκέμβρη 1938. Σχεδόν κάθε διάταγμα αναφέρεται ρητά ότι οι κυρώσεις δεν εφαρμόζονται σε αντιφασίστες. 250.000 Γερμανοί, πολλοί παντρεμένοι με Τσέχες, ορισμένοι αντιφασίστες, καθώς επίσης και εκείνες που απαιτούνται για τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της χώρας, παρέμεινε στην Τσεχοσλοβακία. Μετά τα Διατάγματα του Μπένες, εξακολούθησε να προκαλεί αντιπαραθέσεις μεταξύ των εθνικιστικών ομάδων στην Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία.
Η Καρπαθιανή Ρουθηνία (Podkarpatská Rus) κατελήφθη από τη Σοβιετική Ένωση (και τον Ιούνιο του 1945 επισήμως παραχωρήθηκε). Στο 1946 βουλευτικές εκλογές, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας ήταν ο νικητής στην Τσεχία, και το Δημοκρατικό Κόμμα κέρδισε στη Σλοβακία. Τον Φεβρουάριο του 1948 οι κομμουνιστές κατέλαβαν την εξουσία. Όμως η φαντασία του πολιτικού πλουραλισμού μέσω της ύπαρξης του Εθνικού Μετώπου, εκτός από ένα σύντομο χρονικό διάστημα στα τέλη της δεκαετίας του 1960 (η Άνοιξη της Πράγας), συνέχισε να χαρακτηρίζεται από απουσία της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Δεδομένου ότι οι πολίτες δεν είχαν εκλογική μέθοδο διαμαρτυριών κατά των κυβερνητικών πολιτικών, υπήρχαν διαδηλώσεις που έγιναν βίαιες. Τέτοια ήταν η περίπτωση στην πόλη του Πίλζεν, όπου οι ταραχές που σημειώθηκαν το 1953, προκλήθηκαν λόγω της οικονομικής δυσαρέσκειας. Η αστυνομία και στρατιωτικές μονάδες κατέπνιξαν την εξέγερση ενώ εκατοντάδες τραυματίστηκαν αλλά χωρίς κανέναν νεκρό. Ενώ η οικονομία της παρέμεινε μια απο τις πιο προηγμένες από αυτές των γειτόνων της στην Ανατολική Ευρώπη, η οικονομία της Τσεχοσλοβακίας γινόταν όλο και περισσότερο αδύναμη σε σχέση με τη Δυτική Ευρώπη.
Το 1989, η Βελούδινη Επανάσταση αποκατέστησε τη δημοκρατία. Αυτό συνέβη περίπου την ίδια χρονική στιγμή με την πτώση του κομμουνισμού στη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Μέσα σε τρία χρόνια ο κομμουνιστικός κανόνας εξαλείφθηκε από την Ευρώπη.
Σε αντίθεση με τη Γιουγκοσλαβία και τη Σοβιετική Ένωση, το τέλος του κομμουνισμού στη χώρα αυτή δεν σήμαινε αυτομάτως το τέλος του ''κομμουνιστικού'' ονόμα τος της: η λέξη ''σοσιαλιστική'' αφαιρέθηκε από το όνομα στις 29 Μαρτίου 1990 και αντικαταστάθηκε από το ''ομοσπονδιακό''.
Το 1992, λόγω των αυξανομένων εθνικιστικών εντάσεων στην κυβέρνηση, η Τσεχοσλοβακία διαλύθηκε ειρηνικά απο το κοινοβούλιο. Την 1η Ιανουαρίου του 1993 διαλύεται και τυπικά σε δύο ανεξάρτητες χώρες, την Τσεχική Δημοκρατία και τη Σλοβακία.
Οι κύριες πολιτικές ομάδες με ποικίλη ισχύ και χαρακτήρα που άρχισαν να διαμορφώνονται στη πρώτη δεκαετία και που στην επόμενη είχαν ουσιαστική δράση ήταν οι τρεις εθνικιστικές: η τσεχική ομάδα, η σλοβακική ομάδα και η σουδητική ή γερμανική ομάδα, καθώς και η λεγόμενη «ομάδα των ρεαλιστών» ή «ομάδα Μάζαρυκ», αυτή του πρώτου προέδρου της χώρας, που μετά την ανεξαρτησία έγινε γνωστότερη ως «ομάδα των ανακτόρων» ή «του πύργου», μετά την εγκατάστασή του στο Ανάκτορο ή Πύργο της Πράγας - Πύργος Χραντκράνυ.
Εκτός όμως των παραπάνω ομάδων κυρίαρχα κόμματα που αναπτύχθηκαν παράλληλα ήταν το Τσεχικό, το Σλοβακικό και από το 1920 το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα καθώς και το Τσεχοσλοβακικό Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα. Σε όλα είχαν εισχωρήσει δημοκρατικές ομάδες μικρότερων κομμάτων.
Η οικονομία της Τσεχοσλοβακίας ήταν μια προσχεδιασμένη ελεγχόμενη οικονομία με συνδέσμους που ελέγχονταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα, όπως και στην Σοβιετική Ένωση. Είχε μια μεγάλη μεταλλουργική βιομηχανία, αλλά εξαρτιόταν από τις εισαγωγές για το σίδηρο και των μη σιδηρούχων μεταλλευμάτων. Όπως και στο υπόλοιπο Ανατολικό Μπλοκ, ο παραγωγός εμπορευμάτων ευνοούταν πάνω από τα καταναλωτικά αγαθών, προκαλώντας στέρηση από τα καταναλωτικά αγαθά σε ποσότητα και ποιότητα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει έλλειψη σε αγαθά. Τα ποσοστά της οικονομικής ανάπτυξης της Τσεχοσλοβακίας είχαν μείνει πολύ πίσω από τους δυτικούς Ευρωπαίους ομολόγους τους. Οι επενδύσεις που γίνονταν στη βιομηχανία δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, και η κατανάλωση ενέργειας και πρώτων υλών ήταν υπερβολική. Οι ηγέτες της Τσεχοσλοβακίας κατηγόρησε την οικονομία ότι είναι αποτυχία για τον εκσυγχρονισμό με επαρκή ταχύτητα.
Το 1991, το 46,4% ήταν Καθολικοί, οι άθεοι αποτελούσαν το 29,5%, το 5,3% ήταν Ευαγγελικοί Λουθηρανοί, και το 16,7% ήταν αναποφάσιστο, αλλά υπήρχαν τεράστιες διαφορές μεταξύ των 2 δημοκρατιών – δείτε Τσεχική Δημοκρατία και Σλοβακία.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η δωρεάν υγειονομική περίθαλψη ήταν διαθέσιμη σε όλους τους πολίτες. Ο σχεδιασμός του εθνικού συστήματος υγείας τόνισε την προληπτική ιατρική. Η ιατρική στα εργοστάσια και στα τοπικά υγειονομικά κέντρα, συμπληρωνόταν από τα νοσοκομεία και από τα άλλα εσωτερικά όργανα. Η ουσιαστική βελτίωση της αγροτικής υγειονομικής περίθαλψης έγινε στη δεκαετία του 1960 και του 1970.
Τα ΜΜΕ στην Τσεχοσλοβακία ελέγχόταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας (ΚΚΤΣ). Η ιδιοκτησία της οποιαδήποτε δημοσίευσης ή της υπηρεσίας από τα ΜΜΕ γενικά απαγορευόταν, αν και υπήρχαν εκκλησίες και άλλες οργανώσεις που δημοσίευαν σε μικρά περιοδικά και εφημερίδες. Ακόμη και με αυτό το ενημερωτικό μονοπώλιο, στα χέρια των οργανώσεων υπό τον έλεγχο του ΚΚΤΣ, όλες οι εργασίες είχαν αναθεωρηθεί από την κυβέρνηση μέσω του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών.
|