Φρίντριχ φον Βίζερ | |
---|---|
Γέννηση | 10 Ιουλίου 1851 Βιέννη |
Θάνατος | 22 Ιουλίου 1926 Brunnwinkl |
Υπηκοότητα | Αυστροουγγαρία και Αυστρία |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Βιέννης |
Βραβεύσεις | επίτιμος διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Βιέννης |
Επιστημονική σταδιοδρομία | |
Αξίωμα | Ομοσπονδιακός υπουργός και Μέλος της Αυτοκρατορικού Συμβουλίου των Λόρδων (Αυστρο-ουγγαρία) (19 Μαΐου 1917) |
Ιδιότητα | οικονομολόγος, παιδαγωγός, διδάσκων πανεπιστημίου και πολιτικός |
Διδακτορικός καθηγητής | Καρλ Μένγκερ |
δεδομένα ( ) |
Ο Φρίντριχ φον Βίζερ (γερμανικά: Friedrich von Wieser) ήταν οικονομολόγος της Αυστριακής Σχολής Οικονομικής Σκέψης.
Γεννήθηκε στη Βιέννη στις 10 Ιουλίου 1851 και ήταν γιος του κρατικού αξιωματούχου Λέοπολντ φον Βίζερ. Πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στην ίδια πόλη. Από τη νεαρή του ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τα νομικά, την ιστορία και την κοινωνιολογία. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, αρχής γενομένης από το 1868.
Το 1875, μετά από δέκα χρόνια σε δημόσια υπηρεσία ως κυβερνητικός υπάλληλος, έλαβε μια υποτροφία για το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, στη Γερμανία, προκειμένου να φοιτήσει στη σχολή Πολιτικής Οικονομίας μαζί με τον Όιγκεν Μπομ φον Μπάβερκ, νεανικό του φίλο και μετέπειτα κουνιάδο. Και οι δύο άνδρες ήταν μαθητές του Καρλ Μένγκερ και επηρεάστηκαν από το έργο του «Αρχές Οικονομικής Θεωρίας» (1871), το οποίο έργο ήταν εκείνο που είχε αρχικά παροτρύνει τους δύο άνδρες να σπουδάσουν πολιτική οικονομία. Οι τρεις αυτοί άντρες θεωρούνται ως μέλη της πρώτης γενιάς της Αυστριακής Σχολής Οικονομικής Σκέψης.
Μετά από μια επιτυχημένη μεταδιδακτορική αποφοίτηση, το 1884, και τη δημιουργία του έργου του «Σχετικά με την προέλευση και τους κύριους νόμους της οικονομικής αξίας των παραγόντων», ένα προοίμιο για τη θεωρία του περί των αξιών, ο Βίζερ ονομάστηκε το ίδιο έτος αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Καρόλου στην Πράγα. Εκεί έμεινε μέχρι το 1903 όταν διαδέχθηκε τον Καρλ Μένγκερ στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Το 1889 αυτό που ονομάστηκε καθηγητής πλήρους απασχόλησης στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Καρόλου. Την ίδια χρονιά δημοσίευσε το έργο του «Φυσική Αξία», με το οποία ξεκίνησε η συζήτηση σχετικά με την αξία των συντελεστών παραγωγής, και από το οποίο προέκυψαν δύο από τις πιο σημαντικές συνεισφορές του. Αυτές ήταν η θεωρία της αξίας και η σχετική θεωρία του καταλογισμού.
Παρακινημένος από την εισαγωγή των καινοτομιών της Αυστριακής Σχολής, το 1891 δημοσίευσε το έργο «Η Αυστριακή Σχολή και η θεωρία της αξίας» και το 1892 το έργο «Η θεωρία της αξίας». Οι απόψεις του συνέχισαν να εκδίδονται και με άλλα αξιόλογα έργα, τα ποιο σημαντικά εκ των οποίων ήταν τα εξής:
Το 1903 ο Βίζερ απέκτησε μια έδρα στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, ως καθηγητής πλήρους απασχόλησης, διδάσκοντας μια νέα γενιά μελλοντικών οικονομολόγων, όπως ο Λούντβιχ φον Μίζες, ο Γιόζεφ Σουμπέτερ και ο πιο πιστός μαθητής του, Φρίντριχ Χάγιεκ. Ανέπτυξε μια νομισματική θεωρία εμπνευσμένη από την έρευνα του Καρλ Μένγκερ και αφοσιώθηκε, κατά τα επόμενα έτη, στα προβλήματα της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος. Τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε και με την κοινωνιολογία, η οποία πίστευε ότι συνυπάρχει μαζί με την οικονομία, προκειμένου να κατανοηθεί πληρέστερα η ανθρώπινη κοινωνία. Με το συνδυασμό αυτών των κλάδων ήταν σε θέση να σφυρηλατήσει ένα νέο όραμα για την οικονομική πολιτική.
Το 1917, ο Βίζερ, ονομάστηκε μέλος της Αυστριακής Βουλής των Λόρδων και απέκτησε τον τίτλο του βαρόνου. Διετέλεσε, επίσης, υπουργός εμπορίου της αυστριακής κυβέρνησης, θέση που κατείχε μέχρι το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1918. Ωστόσο, η δραστηριότητά του εμποδίστηκε από τον Ρίχαρντ Ριντλ, υπουργό ενέργειας και υπέρμαχο της θεωρίας του οικονομικού παρεμβατισμού, αφήνοντας έτσι στον Βίζερ μόνο δευτερεύουσας σημασίας αρμοδιότητες.
Ο Φρίντριχ φον Βίζερ πέθανε στις 22 Ιουλίου 1926 στο Σάλτσμπουργκ, όπου βρίσκεται θαμμένος και σήμερα. Δύο από τα ανέκδοτα έργα του δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό του: «Χρήματα» (1927) και «Συνολικά Δοκίμια» (1929).
|