Ο Λαϊκισμός είναι μία μορφή κοινωνικο-πολιτικής σκέψης, στρατηγικής και συμπεριφοράς που αντιπαραβάλει τα συμφέροντα και τις επιθυμίες της μάζας του λαού ενάντια στις ελίτ. Το λεξικό Cambridge ορίζει το λαϊκισμό ως «πολιτική ιδέα και δράση που στοχεύει στην αντιπροσώπευση των επιθυμιών και των αναγκών του απλού λαού».
Ο λαϊκισμός μπορεί να βρεθεί σε διαφορετικές τοποθετήσεις κατά μήκος του πολιτικού φάσματος, και υπάρχουν τόσο αριστερός λαϊκισμός όσο και δεξιός λαϊκισμός.
Ο όρος λαϊκισμός χρησιμοποιείται με δύο διαφορετικές και αντιφατικές μεταξύ τους σημασίες. Κατά την κοινή γλωσσική χρήση έχει καταρχάς αρνητική σημασία. Ενώ κατά την επιστημονική χρήση του όρου είναι αξιολογικά ουδέτερος, αποτελεί δηλαδή μια πολιτική θεωρία ή ιδεολογία και δεν είναι εκ των προτέρων κακός ή καλός.
Κατά την ακραία αρνητική του εκδοχή, ο λαϊκισμός στηρίζεται στην εσκεμμένη ανειλικρίνεια (π.χ. στη διάδοση κάποιου θέματος που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα). Επίσης, ο λαϊκιστής πολιτευτής θέτει σκοπίμως ψευτοδιλήμματα, όπως εχθροί ή φίλοι, ταραξίες ή φιλήσυχοι, «αλλογενείς ή γηγενείς», με απώτερο σκοπό την καλλιέργεια ανασφάλειας στο λαό, και την αυτοπροβολή του ίδιου σαν προστάτη και σωτήρα. Κοντινή έννοια του λαϊκισμού, είναι η δημαγωγία, δηλαδή η κολακεία των αδυναμιών και ελαττωμάτων του λαού και η υιοθέτηση θέσεων και τάσεων που να τον ευχαριστούν και να απαντούν στο συναίσθημά του, οι οποίες ωστόσο, μακροπρόθεσμα, τον βλάπτουν. Σκοπός της λαϊκίστικης τακτικής είναι η εξασφάλιση της εύνοιας των πολιτών και μόνο.
Η επίκληση στην αυθεντία της μάζας και η καταγγελία των ελίτ χάνονται στα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας: Οι ιστορικοί και οι κοινωνικοί επιστήμονες αναφέρονται στο λαϊκισμό, αυτό έχει να κάνει με φαινόμενα της νεωτερικής εποχής. Γνωστά παραδείγματα λαϊκιστών ηγετών είναι ο Θίοντορ Ρούζβελτ, ο Σιμόν Μπολιβάρ και ο Αδόλφος Χίτλερ. Ο λαϊκισμός έχει μία εντυπωσιακή ικανότητα κινητοποίησης του πλήθους. Αυτό μπορεί να είναι καλό ή κακό: ο Χίτλερ οδήγησε την Ευρώπη στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και στο Ολοκαύτωμα, αλλά υπήρξαν πολλοί λαϊκισμοί με εξαιρετικά προοδευτικό ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία. Στο Ιράν ο Μοχάμεντ Μοσσαντέκ χρησιμοποίησε τη λαϊκιστική κινητοποίηση για τη χειραφέτηση της χώρας του από ξένους πάτρωνες και για να εθνικοποιήσει την πετρελαϊκή βιομηχανία που ήταν υπό βρετανικό έλεγχο. Αυτό οδήγησε στην ανατροπή του από πραξικόπημα που οργάνωσε η CIA.
Επειδή σε πολλές περιοχές του Τρίτου Κόσμου, κυρίως στη Λατινική Αμερική, λαϊκιστές ηγέτες πολεμούσαν τα Δυτικά συμφέροντα, ο χαρακτηρισμός λαϊκιστής απέκτησε αρνητική χροιά στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, και η λιτανική καταγγελία του «ανεύθυνου λαϊκισμού» ανήκε στο ιδεολογικό-πολιτικό οπλοστάσιο της Αμερικανικής κυβέρνησης και των κυβερνήσεων των άλλων χωρών του ΝΑΤΟ, που ήθελαν να αποτρέψουν την εθνικοποίηση πλουτοπαραγωγικών πηγών. Όμως ο λαϊκισμός είχε αξιόλογη παρουσία και στις ίδιες τις ΗΠΑ με το Κόμμα του Λαού (People's Party) στα τέλη του 19ου αιώνα, και φιγούρες όπως ο Χιούι Λονγκ, κυβερνήτης της Λουιζιάνα το 1928-1932, με σύνθημα του "every man a king" (κάθε άνθρωπος βασιλιάς), ο οποίος τελικά δολοφονήθηκε.
Στην Ελλάδα, ο Νίκος Μουζέλης και ο Γιάννης Σταυρακάκης είναι μεταξύ των μελετητών του λαϊκισμού με συμμετοχή στον διεθνή ακαδημαϊκό διάλογο. Ο πρώτος θεωρεί τον λαϊκισμό περισσότερο ως αρνητικό φαινόμενο, ενώ ο δεύτερος υποστηρίζει τις μεγάλες δυνατότητες κινητοποίησης σε δημοκρατική και χειραφετητική κατεύθυνση που διαθέτει ο λαϊκισμός. Τις απόψεις του Σταυρακάκη φαίνεται πως τις συμμερίζονται πλέον ανοιχτά και άλλοι σημαίνοντες διανοούμενοι, όπως ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ο οποίος μάλιστα αναρωτιέται σε πρόσφατο άρθρο του: «Μήπως η δημοκρατία θα έπρεπε να επανιδρυθεί ως λαϊκιστική;».
|
Αυτό το λήμμα σχετικά με την Πολιτική επιστήμη ή την Πολιτική χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |