Το roadkill (αγγλικός όρος -απόδοση στα ελληνικά: φόνος ζώου σε δρόμο) είναι η θανάτωση ζώων από διερχόμενα οχήματα πάνω στους δρόμους. Το φαινόμενο έχει σημαντικότητα λόγω της απώλειας άγριων ζώων, της επίπτωσης στην οδική ασφάλεια και τις οικονομικές επιπτώσεις τόσο στους οδηγούς όσο και στους διαχειριστές του οδικού δικτύου. Για τον λόγο αυτό γίνεται όλο και περισσότερο θέμα της ακαδημαϊκής έρευνας προκειμένου να κατανοηθούν τα αίτια και το πώς το φαινόμενο μπορεί να μετριαστεί. Σε κάποιες περιπτώσεις τα roadkill γίνονται ανθρώπινη τροφή.[Σημ. 1]
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, τα roadkill ή «επίπεδα κρέατα» ή «πίτσες της εθνικής οδού» έγιναν ένα συνηθισμένο θέαμα στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες καθώς αυτές υιοθέτησαν τον κινητήρα εσωτερικής καύσης και το αυτοκίνητο. Ένας από τους πρώτους παρατηρητές αυτών των θανατηφόρων τροχαίων ήταν ο φυσιοδίφης Joseph Grinnell, ο οποίος σημείωσε το 1920: «Αυτό είναι μια σχετικά νέα πηγή θνησιμότητας· και αν κάποιος ήταν να εκτιμήσει το σύνολο των χιλιομέτρων αυτών των δρόμων στην πολιτεία της Καλιφόρνια, η θνησιμότητα θα πρέπει κάθε 24 ώρες, να ανέρχεται σε εκατοντάδες, ίσως, και σε χιλιάδες.»
Στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, το ελάφι είναι το ζώο που είναι το πιθανότερο να προκαλέσει ζημιά στα οχήματα. Στην Αυστραλία, οι συγκεκριμένες ενέργειες για την προστασία από την ποικιλία των ζώων που μπορούν να βλάψουν τα οχήματα - όπως προστατευτικές μπάρες (bullbars) [Σημ. 2] - καταδεικνύουν πως η περιοχή αυτή έχει εφαρμόσει ιδιαίτερη αντιμετώπιση του φαινομένου.
Η ανάπτυξη του οδικού δικτύου επηρεάζει την άγρια ζωή με την τροποποίηση και την απομόνωση των βιοτόπων και των πληθυσμών ζώων, αποτρέποντας την ελεύθερη μετακίνηση της άγριας πανίδας και οδηγώντας την σε εκτεταμένη θνησιμότητα. Ένας συγγραφέας αναφέρει ότι «ο μονωμένος βιομηχανικός πολιτισμός μας, μας κρατά σε αποξένωση από τη ζωή που βρίσκεται πέρα από το παρμπρίζ μας». Η «αδιάφορη» οδήγηση που δεν δίνει σημασία σε όσα κινούνται εντός της πορείας του οχήματος, η οδήγηση με ταχύτητες που δεν επιτρέπουν την έγκαιρη διακοπή της και οι περισπασμοί, συμβάλλουν στον αριθμό των θανάτων. Επιπλέον δημιουργείται μια κουλτούρα αδιαφορίας και απελπισίας όταν οι άνθρωποι μαθαίνουν να αγνοούν τα άψυχα σώματα στους δρόμους.
Μελέτη του 1996 στο Οντάριο του Καναδά, αποκάλυψε πολλά ερπετά να έχουν σκοτωθεί σε τμήματα των δρόμων που τα ελαστικά των οχημάτων συνήθως δεν περνούν από πάνω τους, κάτι που οδήγησε στην εκτίμηση ότι ορισμένοι οδηγοί περνούν σκόπιμα πάνω από τα ερπετά. Για να επαληθευτεί αυτή η υπόθεση, έγινε έρευνα το 2007 και διαπιστώθηκε ότι το 2,7% των οδηγών χτύπησε σκόπιμα ομοιώματα ερπετών που εκλαμβάνονταν ως φίδια και χελώνες. «Πράγματι, αρκετοί οδηγοί παρατηρήθηκαν να τοποθετούν τα οχήματά τους σε τέτοια θέση και να τα επιταχύνουν, προκειμένου να χτυπήσουν τα ερπετά», ενώ οι άνδρες οδηγοί χτυπούσαν τα ομοιώματα των ερπετών πιο συχνά από ό,τι οι γυναίκες οδηγοί. Ένα πιο φιλεύσπλαχνο συμπέρασμα ήταν το ότι 3,4% των ανδρών οδηγών και το 3% των γυναικών οδηγών, σταματούσε για τη διάσωση αυτών των ομοιωμάτων των ερπετών.
Στα οδοστρώματα στα οποία τοποθετούνται λωρίδες τραχείας επιφανείας (rumble strips)[Σημ. 3] ώστε το διερχόμενο όχημα να δονείται και να προειδοποιούνται οι οδηγοί όταν παρεκτρέπονται από τη λωρίδα κυκλοφορίας τους, είναι δυνατό να συσσωρεύεται το αλάτι των δρόμων (road salt)[Σημ. 4] που χρησιμοποιείται για την αποφυγή δημιουργίας πάγου στο οδόστρωμα. Το συσσωρευμένο αλάτι προσελκύει εκεί μικρά και μεγάλα άγρια ζώα που αποζητούν να το γλύφουν (salt lick)[Σημ. 5] με αποτέλεσμα είτε να τίθενται άμεσα σε κίνδυνο να γίνουν roadkill ή να προκαλέσουν ατυχήματα.
Πολύ μεγάλος αριθμός θηλαστικών, πουλιών, ερπετών, αμφίβιων και ασπόνδυλων σκοτώνονται στους δρόμους, σε όλον τον κόσμο, κάθε μέρα. Ο αριθμός των ζώων που σκοτώνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπολογίζεται σε ένα εκατομμύριο ανά ημέρα.
Εκτιμάται, ότι περίπου 350.000 έως 26 εκατομμύρια πτηνά, σκοτώνονται κάθε έτος στους Ευρωπαϊκούς δρόμους.
Η θνησιμότητα που προκύπτει από τα roadkill μπορεί να είναι πολύ σημαντική για είδη με μικρούς πληθυσμούς. Τα roadkill εκτιμάται ότι είναι υπεύθυνα για το 50% των θανάτων του πάνθηρα της Φλόριντα (Florida panther),[Σημ. 8] και είναι η μεγαλύτερη αιτία θανάτων των ασβών στην Αγγλία. Το roadkill, θεωρείται ότι συμβάλλει σημαντικά στη μείωση του πληθυσμού πολλών απειλούμενων ειδών, συμπεριλαμβανομένων των λύκων, των Κοάλα και των eastern quoll.[Σημ. 9] Στην Τασμανία της Αυστραλίας, τα πιο κοινά είδη που πλήττονται από roadkill είναι τα brushtail possums και τα Tasmanian pademelons.
Το 1993, 25 σχολεία σε όλη τη Νέα Αγγλία των Ηνωμένων Πολιτειών συμμετείχαν σε μια μελέτη roadkill που περιλάμβανε 1.923 θανάτους ζώων. Οι θάνατοι ανά κατηγορία ήταν: θηλαστικά 81%, πτηνά 15%, ερπετά - αμφίβια 3% και μη διακρίσιμα 1%. Προβάλλοντας στοιχεία σε εθνικό επίπεδο, ο Merritt Clifton (εκδότης της εφημερίδας «Animal People Newspaper») εκτίμησε ότι, κάθε χρόνο, τα ακόλουθα ζώα σκοτώνονται από μηχανοκίνητα οχήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες: 41 εκατομμύρια σκίουροι, 26 εκατομμύρια γάτες, 22 εκατομμύρια αρουραίοι, 19 εκατομμύρια opossums, 15 εκατομμύρια ρακούν, 6 εκατομμύρια σκύλοι και 350.000 ελάφια. Η μελέτη αυτή ενδεχομένως δεν έχει λάβει υπόψιν την αδυναμία παρατήρησης κάποιων ειδών (π.χ. τα νεκρά ρακούν είναι πιο εύκολα εντοπίσιμα απ'ότι τα νεκρά βατράχια) και δεν έχει δημοσιευθεί στην έγκριτη επιστημονική βιβλιογραφία.
Μελέτη του 2007 έδειξε ότι τα έντομα, επίσης, είναι επιρρεπή να γίνονται roadkill σε υψηλά ποσοστά. Η έρευνα έδειξε ενδιαφέροντα μοτίβα εντόμων roadkills σε σχέση με την πυκνότητα των οχημάτων.
Κατά την περίοδο 2003-2004, η Βασιλική Εταιρεία για την Προστασία των Πτηνών (Royal Society for the Protection of Birds) διερεύνησε ανέκδοτες αναφορές της μείωσης των πληθυσμών των εντόμων στο Ηνωμένο Βασίλειο, ζητώντας από τους οδηγούς να τοποθετήσουν στο μπροστινό μέρος των αυτοκινήτων τους, ένα ορθογώνιο PVC μεγέθους καρτ ποστάλ, που ονομάζεται «splatometer». Σχεδόν 40.000 οδηγοί έλαβαν μέρος στο εγχείρημα και τα αποτελέσματα ήταν ένα λιωμένο έντομο για κάθε 5 μίλια (8,0 χιλιόμετρα) οδήγησης. Αυτό ήρθε σε αντίθεση με ότι συνέβαινε 30 χρόνια νωρίτερα, όταν τα αυτοκίνητα καλύπτονταν εντελώς με έντομα, υποστηρίζοντας έτσι την ιδέα ότι ο αριθμός των εντόμων είχε εν τω μεταξύ ελαττωθεί.
Το 2011 ο Ολλανδός βιολόγος Arnold van Vliet συντόνισε μια παρόμοια μελέτη θανάτου των εντόμων στις πινακίδες κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Βρήκε στην επιφάνεια των πινακίδων κυκλοφορίας δύο σκοτωμένα έντομα για κάθε 6,2 μίλια (10,0 χιλιόμετρα) οδήγησης. Από αυτό συμπέρανε πως ετησίως γίνονταν περίπου 1.600 δισεκατομμύρια θάνατοι εντόμων από αυτοκίνητα στην Ολλανδία και περίπου 32,5 τρισεκατομμύρια θάνατοι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μια, αν και σπανίως θεωρούμενη θετική, πτυχή του roadkill, είναι η τακτική παροχή πτωμάτων ζώων στα είδη των καθαριστών, όπως οι γύπες, τα κοράκια, οι αλεπούδες, τα Virginia opossums και μια ευρεία ποικιλία σαρκοφάγων εντόμων. Περιοχές με πυκνό πληθυσμό καθαριστών τείνουν να εμφανίζουν το φαινόμενο της γρήγορης εξαφάνισης των πτωμάτων των roadkill, μερικές φορές εντός ολίγων λεπτών αφότου χτυπήθηκαν. Σε ιδιαίτερα επιρρεπείς περιοχές σε roadkills, μερικά πουλιά καθαριστές μπορούν να στηρίζουν στα roadkills μεγάλο μέρος των καθημερινών τους διατροφικών αναγκών τους και συχνά φαίνονται να παρακολουθούν τον δρόμο από τους τηλεφωνικούς στύλους και τα δέντρα, περιμένοντας κάποιο μικρό ζώο να χτυπηθεί, ώστε να ορμήσουν και να τραφούν. Ωστόσο, αυτοί οι καθαριστές είναι επίσης σε κίνδυνο να γίνονται οι ίδιοι roadkills και υπόκεινται στην εξελικτική πίεση[Σημ. 10] της εξάρτησης του είδους τους από τα τροχαία συμβάντα άλλων ζώων.
Αντιθέτως, σε περιοχές όπου έχουν εκδιωχθεί οι καθαριστές (όπως σε πολλές αστικές περιοχές), συχνά βλέπουμε τα roadkills να σαπίζουν επί μακρόν στον δρόμο και το κουφάρι τους να διαλύεται όλο και περισσότερο από την κυκλοφορία. Τα δε υπολείμματα πρέπει να αφαιρούνται με το χέρι από το ειδικευμένο γι' αυτόν τον σκοπό προσωπικό και να προωθούνται προς υγειονομική καύση, κάτι που αυξάνει την όχληση του κοινού, περιπλέκει τη διαδικασία απόρριψής του και καταναλώνει επιπλέον δημόσιο χρήμα, χρόνο και καύσιμα που θα ήταν διαθέσιμα για άλλα έργα συντήρησης του οδοστρώματος.
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: Συντακτική επιμέλεια και φρασεολογία από το σημείο αυτό του λήμματος και πέρα. Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Η μελέτη του roadkill, έχει αποδειχθεί ιδιαιτέρως συμβατή με την εφαρμογή των μεθόδων παρατήρησης της αποκαλούμενης επιστήμης πολιτών (citizen science).[Σημ. 11] Το 2009, συστήματα παρατήρησης, τα λεγόμενα statewide roadkill, ξεκίνησαν στις ΗΠΑ, εγγράφοντας εκατοντάδες παρατηρητές, προκειμένου να αναφέρουν συμβάντα roadkill σε συγκεκριμένο Διαδικτυακό τόπο. Οι παρατηρητές, οι οποίοι συνήθως είναι φυσιοδίφες ή επαγγελματίες επιστήμονες, ταυτοποιούν τα ευρήματα, δίνουν τη θέση και τις άλλες πληροφορίες σχετικά με τις παρατηρήσεις τους. Τα δεδομένα στη συνέχεια εμφανίζονται σε Διαδικτυακό τόπο, για ευκολότερη απεικόνιση και διατίθενται για τις μελέτες των άμεσων αιτιών του roadkill, στις πραγματικές κατανομές της άγριας ζωής, την κίνηση της άγριας πανίδας και άλλες μελέτες. Οι ιστοσελίδες του συστήματος παρατήρησης roadkill, είναι διαθέσιμες για τις πολιτείες της Καλιφόρνιας. Μέιν και Αϊντάχο Σε κάθε περίπτωση, οι δείκτες των δρόμων χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν την ποσοτικοποίηση στη συνολική επίπτωση των συγκρούσεων του οχήματος, με συγκεκριμένα είδη σπονδυλωτών.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ξεκίνησε το 2012, από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ το ‘Έργο Splatter’, με στόχο την εκτίμηση των επιπτώσεων των δρόμων και των αυτοκινητιστών στη βρετανική άγρια ζωή. Από τότε, το Πανεπιστήμιο έχει συλλέξει δεδομένα, στην ιστοσελίδα του και σε αρκετές εξέδρες κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook και το Twitter.
Ο πρώτος οδηγός αναγνώρισης roadkill άγριας πανίδας παράχθηκε από κρατική υπηρεσία στη Βόρεια Αμερική και δόθηκε το 2008 στη δημοσιότητα από το Υπουργείο Μεταφορών της Βρετανικής Κολούμπια στον Καναδά (BCMoT). Ο «Οδηγός Αναγνώρισης Roadkill Άγριας Πανίδας» του BCMoT, εστίασε στα πιο κοινά μεγάλα σαρκοφάγα και οπληφόρα που βρέθηκαν στη Βρετανική Κολομβία. Ο οδηγός δημιουργήθηκε προκειμένου να βοηθήσει τους αναδόχους συντήρησης του BCMoT, για τον προσδιορισμό των κουφαριών των αγρίων ζώων, που βρέθηκαν στις επαρχιακές οδούς, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους για την Αναφορά του Συστήματος Ατυχημάτων της Άγριας Πανίδας του BCMoT (Wildlife Accident Reporting System (WARS)).
Οι συγκρούσεις με τα ζώα μπορεί να έχουν πολλές αρνητικές συνέπειες:
Ανεξάρτητα από τη χωρική κλίμακα στην οποία εφαρμόζεται το μέτρο μετριασμού, υπάρχουν δύο κύριοι τύποι των μέτρων μετριασμού του roadkill: Αλλάζοντας τη συμπεριφορά των οδηγών και αλλάζοντας τη συμπεριφορά της άγριας ζωής.
Υπάρχουν τρεις δυνητικοί τρόποι για να αλλάξει η συμπεριφορά των οδηγών. Η πρωτοβάθμια μέθοδος, επικεντρώνεται στην αλλαγή της στάσης των οδηγών, με την αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού και να βοηθηθούν οι άνθρωποι να καταλάβουν ότι η μείωση του roadkill, θα ωφελήσει την κοινότητά τους. Ο δεύτερος πιθανός τρόπος, είναι να συνειδητοποιήσουν οι πολίτες των συγκεκριμένων επικίνδυνων περιοχών, με τη χρήση της οδικής σήμανσης, των λωρίδων τραχείας επιφανείας ή τον φωτισμό. Ο τρίτος πιθανός τρόπος, είναι να επιβραδυνθεί η κυκλοφορία είτε φυσικά είτε ψυχολογικά, χρησιμοποιώντας σικέιν (chicanes)[Σημ. 12] ή επιβραδυντές ταχύτητας (speed bumps).[Σημ. 13]
Υπάρχουν τρεις κατηγορίες για την αλλαγή της συμπεριφοράς της άγριας ζωής. Η πρώτη μέθοδος, αποθαρρύνει την άγρια ζωή να περιφέρεται άσκοπα στις παρυφές των δρόμων, με τη μείωση των τροφίμων και των υδάτινων πόρων ή κάνοντας τα οδοστρώματα ανοιχτότερου χρώματος που μπορεί να κάνει τα άγρια ζώα να αισθάνονται περισσότερο εκτεθειμένα όταν βρίσκονται στο δρόμο. Η δεύτερη μέθοδος, είναι η αποθάρρυνση της άγριας ζωής, από τις διασταυρώσεις των δρόμων, τουλάχιστον όταν είναι παρόντα τα αυτοκίνητα, με τη χρήση εξοπλισμού, όπως υπέρηχων σφυρίχτρων, ανακλαστήρων και περιφράξεων. Τρίτη μέθοδος, είναι οι μηχανισμοί που παρέχουν την ασφαλή διέλευση της άγριας ζωής, όπως αερογέφυρες, υπόγειες διαβάσεις και οδούς διαφυγής.
Οι συγκρούσεις με τα μεγάλα ζώα που έχουν κέρατα (όπως τα ελάφια), είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες, καθώς το κεφάλι του ζώου έχει την τάση να αποχωρίζεται από το σώμα και να περνά μέσα από το παρμπρίζ, αλλά οποιοδήποτε μεγάλο ή με μακρυά πόδια ζώο (π.χ. άλογο, μεγάλο βοοειδές, καμήλα) μπορεί να θέσει σε κίνδυνο παρόμοια εισβολή στην καμπίνα του αυτοκινήτου. Ο τραυματισμός των ανθρώπων λόγω της αποτυχίας του οδηγού να διατηρήσει τον έλεγχο του οχήματος, είτε αποφεύγοντας ή κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την πρόσκρουση του ζώου, είναι επίσης κοινή.
Κόρνες ελαφιών, για την ηχητική προειδοποίησή τους, μπορούν να τοποθετηθούν στα οχήματα, ώστε να τα προειδοποιήσουν, ότι πλησιάζουν αυτοκίνητα, αν και αμφισβητείται η αποτελεσματικότητά τους. Συχνά προωθούνται οι υπέρηχες ανεμοκινούμενες σφυρίχτρες, ως ένας φθηνός και απλός τρόπος, για να μειωθεί η πιθανότητα συγκρούσεων μεταξύ άγριας ζωής-οχήματος. Σε μια μελέτη, η στάθμη της ηχητικής πίεσης της σφυρίχτρας ήταν 3 dB πάνω από την στάθμη της ηχητικής πίεσης του υπό δοκιμή οχήματος, αλλά δεν προκάλεσε καμία παρατηρήσιμη διαφορά στη συμπεριφορά των ζώων, όταν ήταν ενεργοποιημένες οι σφυρίχτρες ή όταν δεν είχαν ενεργοποιηθεί οι σφυρίχτρες, δημιουργώντας έτσι αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητά τους.
Στις περιοχές όπου οι σκίουροι, τα κουνέλια, τα πουλιά ή τα άλλα μικρά ζώα είναι σε αφθονία, ένα ισοπεδωμένο από τα ελαστικά ζώο, είναι ένα συνηθισμένο θέαμα στο οδόστρωμα. Οι αυτοκινητιστές έχουν προκαλέσει σοβαρά ατυχήματα, στην προσπάθειά τους να λοξοδρομήσουν ή να σταματήσουν, προκειμένου να αποφύγουν ένα σκίουρο στο δρόμο. Τέτοιοι αμφιλεγόμενοι ελιγμοί είναι άσκοποι, αφού τα μικρά τρωκτικά και τα πτηνά, είναι πολύ πιο ευέλικτα και έχουν πολύ πιο γρήγορους χρόνους αντίδρασης από τους αυτοκινητιστές σε βαρέα οχήματα. Υπάρχουν πολύ λίγα πράγματα που μπορεί να κάνει ένας οδηγός, προκειμένου να αποφύγει ένα σκίουρο ή ένα κουνέλι που εκτινάχτηκε απρόβλεπτα ή ακόμα και να το χτυπήσει σκοπίμως. Η ανθρώπινη και συνετή πορεία δράσης, είναι η συνέχιση της οδήγησης με ένα προβλέψιμο, ασφαλή τρόπο και να αφεθεί το μικρό ζώο να αποφασίσει σχετικά με το κίνητρο της στιγμής, δηλαδή, με ποιο τρόπο θα τρέξει ή θα πετάξει· συνήθως, η πλειοψηφία τέτοιων συναντήσεων με τα οχήματα, καταλήγουν χωρίς καμία απώλεια, εκατέρωθεν.
Από την άλλη πλευρά, τα αργοκίνητα ερπετά όπως οι χελώνες και τα φίδια εύκολα παρακάμπτονται, εφόσον οι συνθήκες ταχύτητας και κυκλοφορίας, επιτρέπουν τέτοιους ελιγμούς αποφυγής. Τα μεσαίου μεγέθους αργοκίνητα θηλαστικά όπως τα opossum, οι κάστορες ή οι νυφίτσες, θα πρέπει να αποφεύγονται, όσο αυτό είναι δυνατόν.
Παρά το γεγονός ότι οι προσκρούσεις μπορούν να συμβούν οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, τα ελάφια έχουν την τάση να κινούνται την αυγή και το σούρουπο και είναι ιδιαίτερα ενεργά κατά τη διάρκεια της εποχής του ζευγαρώματος, δηλαδή, κατά τους μήνες Οκτώβριο-Δεκέμβριο. Η οδήγηση κατά τη διάρκεια της νύχτας, παρουσιάζει τις δικές της προκλήσεις: τα νυκτόβια είδη είναι ενεργά και η ορατότητα, ιδιαίτερα η πλευρική ορατότητα, μειώνεται. Όταν οι προβολείς προσεγγίζουν ένα νυκτόβιο ζώο, αυτό το καθιστά δύσκολο για το πλάσμα να δει το αυτοκίνητο που πλησιάζει (τα νυκτόβια ζώα βλέπουν καλύτερα στο χαμηλό φωτισμό, σε σχέση με το έντονο φως). Επιπλέον, το έντονο φως των προβολέων του οχήματος, μπορεί να θαμπώσει μερικά είδη, όπως π.χ. λαγούς, κουνέλια· που θα παγώσουν στο δρόμο αντί να τραπούν σε φυγή.[Σημ. 14] Οι απλές τακτικές, με τη μείωση της ταχύτητας και τη σάρωση και των δύο πλευρών του δρόμου, για τα προς αναζήτηση της τροφής τους ελάφια, μπορεί να βελτιώσει την ασφάλεια του οδηγού κατά τη νύχτα. Οι νυκτερινοί οδηγοί μπορούν επίσης, να δουν τη ρετρό-αντανάκλαση των ματιών ενός ζώου, πριν ακόμα δουν το ίδιο το ζώο.
Οι διαβάσεις της άγριας ζωής, επιτρέπουν στα ζώα να κινούνται επάνω ή κάτω από τους δρόμους. Χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην Ευρώπη, αλλά έχουν επίσης τοποθετηθεί σε μερικές περιοχές των ΗΠΑ και σε μέρη του Δυτικού Καναδά. Καθώς οι νέες λεωφόροι προκαλούν κατακερματισμό των οικοτόπων, αυτές οι διαβάσεις θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προστασία των απειλούμενων ειδών.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τμήματα του οδικού δικτύου που είναι γνωστό ότι έχουν πυκνή διέλευση ελαφιών, συνήθως έχουν μια προειδοποιητική πινακίδα όπου απεικονίζεται ένα ελάφι που αναπηδά. Παρόμοιες πινακίδες υπάρχουν για άλκες, ταράνδους και άλλα είδη.
Στην Αμερικανική Δύση, οι δρόμοι μπορούν να περνούν μέσα από μεγάλες περιοχές που χαρακτηρίζονται ως «open range», που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιφράξεις που χωρίζουν τους οδηγούς από τα μεγάλα ζώα όπως βοοειδή ή βίσωνες. Ο οδηγός μπορεί να πάρει μια στροφή και να βρει ένα μικρό κοπάδι να στέκεται στο δρόμο. Γενικά όμως, οι περιοχές «open range», σημειώνονται με σήμανση και προστατεύονται από ένα πλέγμα βοοειδών.
Σε μια προσπάθεια να μετριάσουν $1,2 δισεκατομμύρια, που αφορούν τις ζημιές των οχημάτων, προκαλούμενες από τα ζώα, μερικές πολιτείες έχουν τώρα πλέον, εξελιγμένα συστήματα για την προστασία των οδηγών από τα μεγάλα ζώα. Ένα από αυτά τα συστήματα ονομάζεται: Οδικό Σύστημα Ζωικής Ανίχνευσης (Roadway Animal Detection System (RADS)). Ένας κινούμενος με ηλιακή ενέργεια αισθητήρας, μπορεί να ανιχνεύει τα μεγάλα ζώα, όπως ελάφια, αρκούδες, άλκες, ταράνδους που βρίσκονται πλησίον του δρόμου και στη συνέχεια αναβοσβήνει ένα φως, το οποίο προειδοποιεί τους αντίθετα κινούμενους οδηγούς. Η απόσταση ανίχνευσης του αισθητήρα, κυμαίνεται από τα 200 μ. (650 πόδια ) έως απεριόριστα, αναλόγως της μορφολογίας του εδάφους.
Η απομάκρυνση των δέντρων που συνδέονται με την κατασκευή δρόμων παράγει ένα κενό στο δασικό θόλο που αναγκάζει τα δενδρόβια είδη (αυτά που κατοικούν στα δέντρα) να κατέβουν στο έδαφος, προκειμένου να διασχίσουν το χάσμα. Θολωτές διαβάσεις, έχουν κατασκευαστεί για τους κόκκινους σκίουρους στη Μεγάλη Βρετανία, για τους πιθήκους colobus στην Κένυα και για τα ringtail possums στο Far North Queensland, Αυστραλία. Οι διαβάσεις έχουν δύο σκοπούς: να εξασφαλίσουν ότι οι δρόμοι δεν περιορίζουν την κίνηση των ζώων όπως επίσης και τη μείωση του roadkill. Η εγκατάσταση των θολωτών διαβάσεων, μπορεί να είναι σχετικά γρήγορη και φθηνή.
Όχθες, κοψίματα και φράχτες που παγιδεύουν τα ζώα στο δρόμο, σχετίζονται με το roadkill. Προκειμένου να αυξηθεί η πιθανότητα διαφυγής από ένα κεντρικό δρόμο, έχουν κατασκευαστεί στους δρόμους πρόσβασης, οδοί διαφυγής. Οι οδοί διαφυγής μπορούν να θεωρηθούν ως ένα από τα πιο χρήσιμα μέτρα, ιδίως όταν χτίζονται νέοι δρόμοι ή αναβαθμίζονται παλαιότεροι, διευρυνόμενοι ή σφραγιζόμενοι. Η έρευνα μπορεί να αναληφθεί για την αποτελεσματικότητα των οδών διαφυγής από τις παρατηρήσεις της ανταπόκρισης των ζώων στα οχήματα, στους χώρους με φυσικές οδούς διαφυγής και εμπόδια, παρά την κατασκευή οδών διαφυγής για σκοπούς δοκιμασίας.
Στο New Forest, της νότιας Αγγλίας, υπάρχει μια πρόταση ώστε να περιφραχτούν οι δρόμοι, για την προστασία των πόνυ του New Forest. Ωστόσο, η πρόταση αυτή είναι αμφιλεγόμενη.
Η αφαίρεση των κουφαριών από τους δρόμους, θεωρείται ουσιαστικής σημασίας για τη δημόσια ασφάλεια. Η αφαίρεση, μειώνει το ενδεχόμενο απόσπασης της προσοχής και την επικινδυνότητα του κουφαριού, στους άλλους οδηγούς. Η γρήγορη απομάκρυνσή τους, μπορεί επίσης να αποτρέψει τους θανάτους άλλων, ζώων που μπορεί να θελήσουν να τραφούν από το ψοφίμι, καθώς και τα ζώα που μπορεί να πάνε στο δρόμο για να προσπαθήσουν να μετακινήσουν το σώμα ενός ζώου στην κοινωνική τους ομάδα. Ορισμένες φορές αντί για αφαίρεση, το κουφάρι μεταφέρεται σε παραπλήσιο δημόσιο δρόμο εκτός ορατότητας, όπου μπορεί να το απολαύσουν τα πτωματοφάγα της άγριας φύσης· δεν τοποθετείται όμως σε χαντάκια ή σε σημεία όπου ενδέχεται να μολυνθούν ύδατα. Η κάλυψη του σκελετού με ροκανίδι, μπορεί να βοηθήσει στην αποσύνθεση, με παράλληλη ελαχιστοποίηση των οσμών.
Οι τοπικές κυβερνήσεις και τα άλλα επίπεδα της κυβέρνησης, έχουν τις υπηρεσίες περισυλλογής των νεκρών ζώων από τους δρόμους και οι οποίες θα ανταποκριθούν, αφότου ενημερωθούν για ένα νεκρό ζώο.
Η Πόλη της Νέας Υόρκης, έχει ένα ηλεκτρονικό έντυπο αίτησης, το οποίο μπορεί να συμπληρωθεί από τους κατοίκους της πόλης. Η πολιτεία της Νέας Υόρκης, έχει μια διαδικασία όπου αναφέρει τη νεκρή άγρια ζωή στην Υπηρεσία Διατήρησης Περιβάλλοντος (Department of Environmental Conservation)· η οποία ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την σήμανση / ετικέτα της άγριας ζωής και των απειλούμενων με εξαφάνιση ή τα απειλούμενα είδη.
Στο Τορόντο του Καναδά, η πόλη δέχεται τηλεφωνικώς, αιτήσεις για την αφαίρεση των νεκρών ζώων. Αν ένα ζώο βρεθεί κατά μήκος μιας κεντρικής οδικής αρτηρίας, ανάλογα με το ποιος έχει τη δικαιοδοσία διατήρησης της εθνικής οδού, η αίτηση μπορεί να κατευθυνθεί προς την πόλη, το επαρχιακό Υπουργείο Μεταφορών ή το κέντρο αυτοκινητόδρομου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί να ενημερωθούν και οι οργανώσεις για την άγρια ζωή.
Το roadkill, μπορεί να φαγωθεί και υπάρχουν πολλά βιβλία μαγειρικής αφιερωμένα στο roadkill. Η πρακτική του να τρώγονται τα ζώα που θανατώνονται στο δρόμο, συχνά χλευάστηκε και δεν θεωρήθηκε ασφαλής, υγιείς ή υγιεινός. Για παράδειγμα, όταν οι νομοθέτες του Τενεσί, προσπάθησαν να νομιμοποιήσουν τη χρήση των κατά λάθος σκοτωμένων ζώων, έγιναν το θέμα στερεοτύπων και κοροϊδευτικών αστείων.
Ο τραγουδοποιός και ερμηνευτής Loudon Wainwright III, κυκλοφόρησε το 1972, το ανέκφραστο χιουμοριστικό τραγούδι του, "Dead Skunk (in the Middle of the Road)" και έφτασε στο νούμερο 16 του Billboard Hot 100.
Το roadkill μερικές φορές, χρησιμοποιείται ως μια μορφή τέχνης. Αρκετοί καλλιτέχνες χρησιμοποιούν παραδοσιακές προετοιμασίες ταρίχευσης στις εργασίες τους, ενώ άλλοι διερευνούν διάφορες μορφές τέχνης (artforms). Η διεθνής καλλιτέχνης Claudia Terstappen φωτογραφίζει roadkill και παράγει τεράστιες εκτυπώσεις όπου φαίνονται τα ζώα να επιπλέουν μυστηριωδώς στο κενό. Ο Αμερικανός καλλιτέχνης Gary Michael Keyes τα φωτογραφίζει και τα μετατρέπει σε ‘RoadKill Totems’ στην γκαλερί του ‘Resurrection Gallery’. Το roadkill ως τέχνη δεν είναι νέο, ο Αμερικανός καλλιτέχνης Stephen Paternite, εκθέτει από τη δεκαετία του 1970, κομμάτια roadkill.
Ο Καναδός συγγραφέας Timothy Findley, έγραψε για την εμπειρία του, βλέποντας σκοτωμένα ζώα στις εθνικές οδούς κατά τα ταξίδια του: «Τα νεκρά από το δρόμο, ή σε αυτό, μαρτυρούν την παρουσία του ανθρώπου. Οι μικρές τους χειρονομίες από τα πονεμένα πέλματά τους, τα φτερά και τις ουρές τους, είναι οι πιο θλιβερές , οι πιο μοναχικές, οι πιο εγκαταλελειμμένες στάσεις των νεκρών που μπορώ να φανταστώ. Όταν θα έχουμε σταματήσει να σκοτώνουμε ζώα, σαν να ήταν τόση άρνηση, θα σταματήσουμε να σκοτώνουμε ο ένας τον άλλο. Αλλά οι αυτοκινητόδρομοι δείχνουν την αδιαφορία μας στο θάνατο, εφ'όσον είναι κάποιου άλλου. Είναι μια στάση του ανθρώπινου μυαλού που δεν κατανοώ».